Η Apple νικάει κατασκευαστές σαν την Intel και την AMD μέσα στο γήπεδό τους.
Η Apple είναι μια εταιρία φαινόμενο. Τα κεφάλαιά της αυτή τη στιγμή είναι υπέρ-διπλάσια του αμέσως επόμενου αντιπάλου της – της Google – και τα κέρδη της την κατατάσσουν τρίτη εταιρία στον κόσμο σύμφωνα με το Forbes. Το δε «θησαυροφυλάκιό» της – τα χρήματα που υπάρχουν σε ρευστό για ώρα ανάγκης – είναι πάνω από 200 δισεκατομμύρια δολάρια. Ακόμη και οι μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρίες και τράπεζες ασθμαίνουν για να συμβαδίσουν μαζί της.
Αυτό είναι που κάνει δυνατή – από την άλλη μεριά – τη φημισμένη αποκλειστική τεχνολογία της εταιρίας. Ενώ άλλες εταιρίες στηρίζονται σε τρίτους κατασκευαστές «φασόν» η Apple κατασκευάζει τα δικά της εξαρτήματα όπου αυτό είναι δυνατόν. Τα τελευταία χρόνια, αυτό επεκτάθηκε και στους κεντρικούς επεξεργαστές των συσκευών iOS. Ενώ οι Samsung, Microsoft, LG, HTC και άλλες στηρίζονται στην Qualcomm, ή την Intel, η Apple δημιούργησε τη δική της ομάδα μηχανικών και σχεδιαστών για να δημιουργήσει τα δικά της αποκλειστικά τσιπ για τα iPhone, iPad, iPod Touch.
Στην αρχή τα αποτελέσματα ήταν μέτρια, αλλά με κάθε νέα έκδοση των ΑΧ τσιπ της Apple, οι ανταγωνιστές της νιώθουν την «ανάσα της στο σβέρκο τους». Οι μηχανικοί του Cupertino έχουν βρει νέες χρήσεις των επεξεργαστών τεχνολογίας ARM και έχουν φτάσει να κοντράρουν στα ίσια τους καλύτερους της Intel.
Πώς ξεκίνησαν όλα
Τον Απρίλιο του 2008, η Apple αγόρασε μια μικρή και σχετικά άγνωστη εταιρία κατασκευής ημιαγωγών, την P.A. Semi, για το – φημολογούμενο – ποσόν των 278 εκατομμυρίων δολαρίων. Η εταιρία είχε ιδρυθεί από τον Daniel Dobberpuhl, ένα βετεράνο μηχανικό που είχε πρωτο-εργαστεί για την DEC πίσω στο 1976. Είχε εργαστεί για τους πολύ επιτυχημένους MicroVAX στη δεκαετία του ’80. Το 1998 ίδρυσε τη SiByte, που έφτιαξε τα MIPS – ολοκληρωμένα συστήματα σε ένα τσιπ. Αυτή η εταιρία εξαγοράστηκε αργότερα από τη Broadcom μια από τις γνωστότερες σήμερα εταίρες κατασκευής τσιπ ασύρματης και ενσύρματης δικτύωσης.
Η P.A. Semi εργαζόταν πάνω στην κατασκευή ενός τσιπ με το όνομα PWRficient. Όπως φαίνεται κι απ’ το όνομά του, το τσιπ στηριζόταν στην αρχιτεκτονική των επεξεργαστών PowerPC της ΙΒΜ, που η Apple χρησιμοποιούσε στα Mac μέχρι το 2005 (ποιοι δεν θυμούνται τα G3, G4, G5, και τους PowerPC). Η κεντρική ιδέα ήταν να κατασκευαστεί ένας επεξεργαστής χαμηλής κατανάλωσης, υψηλών επιδόσεων με στόχο τις εφαρμογές υψηλών απαιτήσεων. Το πρώτο τους τσιπ, με όνομα PA6T-1682M, έτρεχε στα 2GHz, αλλά κατανάλωνε μόνο 13 watts σε τυπική χρήση. Ένα παρόμοιο τσιπ από την Intel, εκείνη την εποχή, ήθελε 20-25 watts.
Αν και η εστίασή του ήταν στην αποτελεσματικότητα, το PWRficient (προφέρεται: πάουερφίσιεντ) δεν ήταν για κινητές συσκευές. Η κατηγορία δεν υπήρχε άλλωστε εκείνο τον καιρό και η κατανάλωση ήταν υψηλή για μικρές συσκευές. Τα νερά ήταν θολά ακόμη και η χρήση ενός τέτοιου τσιπ ήταν περισσότερο πειραματική. Αν και φαινόταν καλό για οποιαδήποτε χρήση (τότε), η εταιρία δεν είχε συγκεκριμένα σχέδια άμεσης χρησιμότητας με συγκεκριμένο «στόχο».
Μάλιστα, το Pat φαινόταν μια εξαιρετική λύση για τα Mac της εποχής εκείνης. Ο συνδυασμός επιδόσεων-κατανάλωσης ήταν τέτοιος, που μπορούσε να κάνει την Intel «να τρέχει και να μη φτάνει». Και αν και υπήρξαν προσεγγίσεις από τη μεριά της Apple προς την P.A. Semi το 2006, τελικά η Apple επέλεξε την Intel για τα μηχανήματά της και η P.A. Semi έψαξε να βρει συνεργασίες με εταιρίες εξειδικευμένου hardware όπως η Mercury Computer Systems.
Όπως φάνηκε τελικά, η Apple δεν ξέχασε την P.A. Semi, καθώς επέστρεψε και την εξαγόρασε χρησιμοποιώντας την σαν θεμέλιο για τη μελλοντική σχεδίαση των δικών της τσιπ. Όλα φαινόντουσαν μπερδεμένα για τους αναλυτές τότε, καθώς υπήρχαν πολλές εταιρίες με τσιπ τεχνολογίας ARM και η Intel είχε πια παρουσιάσει τον ΑΤΟΜ που ήταν μια πολύ καλή λύση για κινητές συσκευές. Κανείς δεν περίμενε αυτό που θα επακολουθούσε.
Δείτε ακόμη: 5 εταιρείες που πρέπει άμεσα να εξαγοράσει η Apple
Αν δεν «σου κάτσει» στην αρχή …
Αν και η Apple απέκτησε αμέσως 150 ταλαντούχους υπαλλήλους για τη σχεδίαση του δικού της τσιπ, τα πράγματα δεν ήταν απροβλημάτιστα. Δυο περίπου χρόνια μετά την εξαγορά, μαθεύτηκε ότι ο Dan Dobberpuhl είχε ήδη εγκαταλείψει την Apple από το 2009.
Και δεν ήταν ο μόνος δυσαρεστημένος με τα αποτελέσματα της εξαγοράς, καθώς ένας αριθμός σημαντικών μηχανικών έφυγε επίσης στα επόμενα χρόνια. Όποια κι αν ήταν η αιτία, ο Dan Dobberpuhl και οι άλλοι μηχανικοί έφτιαξαν μαζί την Agnilux που, λιγότερο από ένα χρόνο μετά, εξαγοράστηκε από τη Google. Ο Dobberpuhl και πάλι δεν έμεινε, αλλά αρκετοί από τους άλλους έμειναν και τώρα εργάζονται πάνω στο Chrome OS.
Η Apple, εν τω μεταξύ, συνέχισε να ζητάει άλλα ταλέντα που θα επάνδρωναν τη μονάδα κατασκευής των δικών της τσιπ. Ο νέος στόχος της ήταν η Intrinsity, μια εταιρία σχεδιασμού επεξεργαστών στο Τέξας που είχε ιδρυθεί με το όνομα Exponential Technology. Και πάλι η Apple είχε ιστορία με την Exponential στη δεκαετία του ’90, καθώς είχε βοηθήσει την Apple να φτιάξει έναν επεξεργαστή που θα έκανε τα Mac ανταγωνιστικά των Intel. Αλλά τον καιρό εκείνο η Apple δεν πήγαινε καλά όπως ξέρουμε και τα x86 chips είχαν αρχίσει να μεσουρανούν. Με την επιστροφή του Steve Jobs μπήκε τέλος στις συζητήσεις και η Apple επέστρεψε στους ΙΒΜ PowerPC.
Στο μεταξύ, η Exponential έγινε Intrinisty, δούλεψε με το σετ εντολών MIPS και συνεργάστηκε με τη Samsung στη δημιουργία του επεξεργαστή για κινητά 1GHz “Hummingbird”. Το συγκεκριμένο τσιπ ήταν ένα σημαντικό βήμα για όλους καθώς απομακρυνόταν από την αρχιτεκτονική των επεξεργαστών Cortex A8 της ARM.
Η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική σχεδίαση της Intrinisty βοήθησε τους Cortex Α8 να ξεκολλήσουν από τα 650MHz και να φτάσουν το 1GHz όπως έγινε με το Hummingbird. Αυτό ήταν ένα τεράστιο άλμα για εκείνη την εποχή. Το Hummingbird ήταν απολύτως συμβατό με το Α8 και το σετ εντολών ARM, αλλά η αρχιτεκτονική του ήταν τέτοια που ήταν κατά πολύ ανώτερο. Μόνο ο Snapdragon της Qualcomm μπορούσε να τον φτάσει. Τα πρώτα μοντέλα της Samsung, το 2010, δε θα είχαν τέτοια επιτυχία αν δεν είχε βοηθήσει η αρχιτεκτονική της Intrinisty.
Στο Cupertino το σημείωσαν αυτό και αθόρυβα – χωρίς κωδωνοκρουσίες – έκαναν την εξαγορά. Στα νέα μαθεύτηκε μόνο όταν οι υπάλληλοι της Intrinisty άρχισαν να αλλάζουν τα δεδομένα τους στο LinkedIn. Κι έτσι, γεννιέται ο Α4 που ήταν ο πρώτος επεξεργαστής της Apple και «έδωσε ζωή» στα iPhone 4 και iPad. Όπως και ο Hummingbird, ήταν στηριγμένος στον Cortex A8, αλλά έφτανε ταχύτητες του 1GHz. Το παζλ αρχίζει να συμπληρώνεται.
Δείτε ακόμη: Ο νέος Design Chief της Samsung προέρχεται από την ομάδα του Jony Ive της Apple
Τα νέα τσιπ κοντράρουν την Intel
Παρόλο που ο νεότερος διάδοχος του Α4 ήταν στηριγμένος στον Cortex A9, ο Α6, του iPhone 5, ήταν ένα εντελώς νέο τσιπ σχεδιαστικά. Αν και εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί τις εντολές ARM, ήταν εντελώς διαφορετικής σχεδίασης.
Οι μελέτες που έγιναν από την Chipworks, έδειξαν ότι, σε αντίθεση με τους άλλους κατασκευαστές που χρησιμοποιούν το «γενικό στήσιμο» του τσιπ της ARM και κάνουν παραλλαγές, ο Α6 ήταν ένας εντελώς «χειροποίητος» επεξεργαστής σχεδιασμένος εκ του μηδενός. Αν και κάτι τέτοιο είναι εξαντλητικό και ακριβό σε κόστος, επιτυγχάνεται πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Οι δοκιμές του iPhone 5 έδειξαν ότι για την Apple «ο αγώνας τώρα δικαιώθηκε». Ο Α6 ήταν υπερδιπλάσιας ισχύος από τον προκάτοχό του του iPhone 4S. Το iPhone 5 μάλιστα, ήταν τόσο ταχύ, που εξακολουθούσε να κοντράρεται άνετα με νέα μοντέλα κινητών Android του 2014 , που τα περισσότερα χρησιμοποιούσαν τον κλασικό ARM Cortex A15.
Από τότε, η Apple άρχισε να ηγείται στο χώρο των επεξεργαστών για κινητά. Το νεότερο τσιπ Α9 (στα iPhone 6S και 6S Plus), συνέτριψε τον ανταγωνισμό σε όλα σχεδόν τα benchmarks φτάνοντας σχεδόν πάντα σε διπλάσιες επιδόσεις από τους αντιπάλους του. Μάλιστα, σε πολλά τεστ, φτάνει τους επεξεργαστές της Intel όπως αυτοί που χρησιμοποιούνται στο Surface Pro 3 και 4 (όπως ο Core 3M και ο i5). Τα τεστ του GeekBench μάλιστα, το έχουν τοποθετήσει σε απόσταση αναπνοής από τους Intel των Macbook!
Αυτό δε σημαίνει ότι ο Α9 μπορεί να συγκριθεί με τους κορυφαίους της Intel (αν και δεν έχουμε μετρήσει ακόμη τον Α9Χ του iPad Pro), ή ότι η Apple ξεπέρασε την Intel (για την ώρα). Όμως τα πράγματα περιπλέκονται, καθώς, όταν συγκρίνεις μια συσκευή με Α9 και iOS (που πάνε χέρι-χέρι), πολλές φορές θα ξεπεράσει μια συσκευή με i5 και Windows, μιας και η αρχιτεκτονική είναι εντελώς διαφορετική σε τσιπ και λειτουργικό και το ένα εξαρτάται από το άλλο. Αλλά πάλι δε μπορείς να πεις ότι το πρώτο είναι απόλυτα ταχύτερο από το δεύτερο.
Το σημαντικό είναι αυτό που είπε ο Patrick Moorhead της Moor Insights & Strategy για την επιτυχία της Apple στον τομέα:
Είναι μια άνευ προηγουμένου επιτυχία για μια τέτοια ομάδα μηχανικών να φτιάξει ένα τέτοιο επεξεργαστή.
Συνήθως, οι εταιρίες που φτιάχνουν τα δικά τους τσιπ για τα δικά τους προϊόντα, δεν ηγούνται του χώρου.
Η Apple κατάφερε να νικήσει εταιρίες όπως η Qualcomm που είναι η δουλειά τους να φτιάχνουν επεξεργαστές και μόνο και γίγαντες του χώρου, όπως η Intel, αρχίζουν να ανησυχούν σοβαρά για το μέλλον. Το σύστημα της Apple, να σχεδιάζει επεξεργαστές που είναι εξειδικευμένοι μόνο για τα δικά της προϊόντα – και αποκαλείται «κάθετη ολοκλήρωση» – ήταν πάντα σίγουρο ότι θα αποτύγχανε, μέχρι τώρα. Όμως η Apple ξαναθέτει τους κανόνες του παιχνιδιού.
Ο δρόμος είναι μόνο προς τα πάνω
Όπως ξέρουμε – και όλοι περιμένουμε με αγωνία – το επόμενο τσιπ που έρχεται, είναι το Α9Χ που θα είναι «η καρδιά» του iPad Pro. Αν και ακόμη περιβάλλεται από μυστήριο (δε γνωρίζει κανείς τα ακριβή χαρακτηριστικά του), λέγεται ότι θα είναι κατά 80% τις εκατό ταχύτερο από τα στάνταρ λάπτοπ της αγοράς (που συνήθως έχουν επεξεργαστές Core 3M, i3 ακόμη και i5). Αυτό άραγε το κάνει να πλησιάζει κάποιους από τους i7;
Ξέρω ότι αυτό ακούγεται εξωφρενικό. Αλλά και η ιδέα ότι η Apple θα έφτιαχνε τέτοιας ποιότητας και επιδόσεων επεξεργαστές πριν μερικά χρόνια ήταν επίσης εξωφρενική. Η ομάδα σχεδίασης επεξεργαστών του Cupertino μπορεί να είναι νέα, αλλά έχει φοβερό ταλέντο και πρόσβαση στο θησαυροφυλάκιο του «Σκρουτζ μακ Ντακ».
Όπως φαίνεται μάλιστα, η εταιρία ίσως προσπαθεί να αναβαθμίσει τον επεξεργαστή της για κινητά σε ένα μεγάλο μοντέλο που θα «φοράνε» και τα επιτραπέζια μηχανήματά της. Κάτι τέτοιο, μόνο χαρούμενη δεν θα έκανε τη Intel. Το να δημιουργήσει κορυφαίας ποιότητας και επιδόσεων επεξεργαστές από το μηδέν μέσα σε 5 μόλις χρόνια, είναι ένα επίτευγμα που κανείς άλλος δεν έχει πετύχει. Και ίσως αυτό αρχίσουν να το σκέφτονται και άλλες εταιρίες με «βαθιές τσέπες» για τα δικά τους προϊόντα.
Όπως και να ‘χει, η Apple, για άλλη μια φορά, “ανακάτεψε και ξαναμοίρασε την τράπουλα”, γυρίζοντας το παιχνίδι με το μέρος της.
από Elichord